Θεοδώρα Θεόδουλου
H Θεοδώρα Θεοδούλου γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1916. Φοίτησε στο Δημοτικό Σχολείο Θηλέων Αγίου Μέμνονα, στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο Αμμοχώστου και μετά στο Γυμνάσιο Αρρένων Αμμοχώστου για ένα χρόνο, επειδή σκόπευε να γίνει νηπιαγωγός. Η κοινωνική προσφορά της ήταν σημαντική τόσο στον Άγιο Μέμνονα όσο και στην Αμμόχωστο.
Έδωσε τη συνέντευξη που ακολουθεί το 2009 σε ηλικία 93 ετών.
Κυρία Θεοδώρα, μπορείτε να μας πείτε με λίγα λόγια πώς ήταν ο Άγιος Μέμνονας όταν ήσασταν μαθήτρια του δημοτικού;
Ο κόσμος ήταν αγαπημένος. Αν ρωτάτε για τα σχολεία του Αγίου Μέμνονα, είχαμε Δημοτικό Σχολείο Αρρένων και Δημοτικό Σχολείο Θηλέων. Στο Παρθεναγωγείο ήμασταν περίπου 30 παιδιά. Οι μαθητές στο Αρρεναγωγείο ήσαν πιο πολλοί, περίπου 40 με 45 παιδιά. Στα σχολεία του Αγίου Μέμνονα τα αγόρια ήταν πιο πολλά από τα κορίτσια, γιατί εκείνοι που ήθελαν να σπουδάσουν έπρεπε να τελειώσουν το δημοτικό και ύστερα να φοιτήσουν στο γυμνάσιο, ενώ οι κοπέλες τότε δεν πήγαιναν γυμνάσιο. Η μόνη που φοίτησε στο Γυμνάσιο Αρρένων, από τον Άγιο Μέμνονα, ήμουν εγώ. Τέλειωσα το Ανώτερο Παρθεναγωγείο και μετά πήγα ένα χρόνο στο Γυμνάσιο Αρρένων διότι λογάριαζα να σπουδάσω Νηπιαγωγός.
Όταν λες, Ανώτερο Παρθεναγωγείο τι εννοείς;
Το Ανώτερο Παρθεναγωγείο ήταν στο Βαρώσι, κοντά στη Φραγκοεκκλησιά. Στο Παρθεναγωγείο φοιτούσαν οι πρώτες τρεις τάξεις του Γυμνασίου. Οι κοπέλες που ήθελαν να μάθουν πιο πολλά, μετά την αποφοίτησή τους από το Δημοτικό πήγαιναν στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο. Για να πας να σπουδάσεις έπρεπε να φοιτήσεις άλλα τρία χρόνια στο Γυμνάσιο Αρρένων. Εγώ φοίτησα και ένα χρόνο στο Γυμνάσιο Αρρένων.
Πού ήταν το Αρρεναγωγείο και πού ήταν το Παρθεναγωγείο στον Άγιο Μέμνωνα;
Το δημοτικό (παρθεναγωγείο) ήταν στο δρόμο που πήγαινες Βαρώσι, και το Αρρεναγωγείο (δημοτικό) ήταν κοντά στην εκκλησία του Αγίου Μέμνονα.
Επομένως το ένα ήταν κοντά στην εκκλησία και το άλλο πού ήταν ακριβώς;
Τότε δεν είχαν οι δρόμοι ονόματα. Ύστερα το δρόμο εκείνον τον ονόμασαν «οδός Εσπερίδων».
Το σχολείο ήταν απέναντι από το σπίτι του Χατζηκουμή, της Κατίνας του Χατζηκουμή;
Όχι ήταν πιο κάτω. Ήταν κοντά στο σπίτι του Φίλιππου του Αρέστη. Πρώτα ήταν το Παρθεναγωγείο και μετά έβρισκες το σπίτι του Φίλιππου του Αρέστη.
Πες μας τώρα, για ποιαν εποχή μιλούμε;
Την εποχή του 1930.
Ύστερα πώς εξελίχθηκε ο Άγιος Μέμνονας;
Την εποχή των προπάππων μας ήταν πολύ λίγοι οι κάτοικοι, όπως μας έλεγαν οι γονιοί μας. Ύστερα μεγάλωσε η ενορία του Αγίου Μέμνονα. Για παράδειγμα, κάποιος παντρεύοντας τα 6 παιδιά που είχε πολλαπλασιάζονταν στην επόμενη γενιά. Δεν ερχόντουσαν κάτοικοι από άλλες περιοχές.
Θέλω να μας πεις γενικά για τους κατοίκους του Αγίου Μέμνονα, πώς τους θυμάσαι; Θυμάσαι πόσοι ήταν;
Οι κάτοικοι του Αγίου Μέμνονα ήταν πολύ καλά πλάσματα, ήταν κτηματίες, είχαν τα περβόλια τους και ήταν οικονομικά ευκατάστατοι σε σύγκριση με άλλους. Είχε βέβαια και τους τεχνίτες του, αλλά υπήρχαν άτομα που ήταν αποκλειστικά περιβολάρηδες. Σαν τον παππού μας το Μιχάλη Φιαλά. Τα παιδιά του έγιναν και κείνοι περιβολάρηδες, όπως ο θείος μας ο Κωνσταντής Φιαλάς και ο θείος μας ο Γιώργος Φιαλάς. Ζούσαν που τα περβόλια. Ακόμα υπήρχε εποχή, όπως μου έλεγε η μάνα μου η Μαρίτσα, που ο Άγιος Μέμνονας είχε πάρα πολλές καϊσιές, όχι πορτοκαλιές. Όταν πήγε ο προπάππος μας ο Χατζηκωσταντής ο Φιαλάς στον Άγιο Τάφο (στη Γιάφα) έβαλε μες στη βάττα (στάμνα) που πήρε για να πίνει νερό ένα κλαδάκι πορτοκαλιά γιαφίτικη και με αυτό τον τρόπο έφερε τα πορτοκάλια στο Βαρώσι, στον Άγιο Μέμνονα.
Τώρα αφού αρχίσαμε με τον Χατζηκωνσταντή, ποιοι άλλοι ήταν οι προύχοντες στον Άγιο Μέμνονα;
Τότε; Θυμούμαι τον Χαράλαμπο Δημητρίου, που ήταν ο μουχτάρης μας, ο πατέρας του κυρίου Δημητρίου του Μαθηματικού. Ήταν η οικογένεια του παππού του Παυλάκη, ο Χατζηπαύλος, ήταν ο κύριος Φίλιππος του Αρέστη που ήταν Μέλος της Σχολικής Εφορείας και αντιπροσώπευε τον Άγιο Μέμνονα. Ο Ψαράς, ο Τσικκίνης ο γέρος, ο Παναγιώτης ο Τσικκίνης, ήταν από τους πλουσίους.
Γνωρίζεις κάποια άτομα που τους σέβονταν οι κάτοικοι, δηλαδή άκουγαν αυτά που τους έλεγαν;
Αυτοί που σου είπα. Σαν το γέρο το Χατζηπαύλο, ήταν ηλικιωμένος αλλά σεβαστό πρόσωπο στην κοινωνία, ο Παναγιώτης ο Τσικκίνης, ο κύριος Φίλιππος Αρέστης που ήταν και Σχολικός Έφορος.
Εκείνη την εποχή πόσοι ήταν οι κάτοικοι του Αγίου Μέμνονα;
Οι κάτοικοι… δε θυμούμαι, αλλά οι οικογένειες ήταν περίπου 100.
Πόσα ήταν τα παιδιά για να υπολογίσουμε τον πληθυσμό;
Τα παιδιά του δημοτικού σχολείου ήταν περίπου 50. Ο δάσκαλος επί της εποχής μας ήταν ο Ζαχαρίας ο Κωνσταντινίδης, άντρας της Αναστασίας του Χατζηπαναγή. Το πατρικό όνομα της δασκάλας μας ήταν Αντιγόνη Γιαπάνη και ονομάστηκε Στεφανίδου όταν παντρεύτηκε. Καταγόταν από την ενορία του Σταυρού.
Ποιούς άλλους δασκάλους θυμάσαι;
Άλλες δασκάλες ήταν η Δέσποινα η Θρούπα, καταγόταν από το Λευκόνοικο. Πριν από την κυρία Δέσποινα ήταν η κυρία Καλλιστένη, την εποχή της αδελφής μου της Ειρήνης. Η Ειρήνη παντρεύτηκε τον Αντρέα Μάρκου από το Παραλίμνι. Την εποχή της θείας μου της Αντριανούς ήταν η Πολύμνια. Δε θυμούμαι άλλη δασκάλα.
Πες μας τώρα για όλους του Κοινοτάρχες που θυμάστε.
Οι κοινοτάρχες που έφτασα εγώ ήταν ο Χαράλαμπος Δημητρίου, ο πατέρας του κύριου Γιώργου του Μαθηματικού. Ύστερα έγινε κοινοτάρχης ο γιος του ο Κώστας Δημητρίου. Αυτούς θυμάμαι μόνο.
Πες μας τώρα λίγα λόγια και για τους ιερείς που θυμάσαι.
Ο πρώτος ιερέας, ήταν θείος του πατέρα μου, ο Παπά-Μιχαήλ Εμανουήλ, ο παππούς του Ιωακείμη. Εγώ δεν τον πρόφθασα. Ο παππούς του Ιωακείμη ήταν αδελφός της γιαγιάς μου της Μαριούς. Τον ιερέα που θυμούμαι εγώ ήταν ο Παπά-Αντρέας . Πεθαίνοντας ο Παπά-Μιχαήλ τον διαδέχτηκε ο Παπά-Αντρέας και ύστερα από τον Παπά-Αντρέα είχαμε τον Παπά-Κωνσταντή (Παπά-Καούλας), πατέρα του Αντωνάκη που ήταν αθλητής, ύστερα ήταν ο Παπά-Σωφρόνης (Μαστίχας). Ο τελευταίος ιερέας πριν από την τουρκική εισβολή ήταν ο Παπά-Αναστάσιος Χαραλάμπους.
Πες μας λίγα λόγια και για την εκκλησία του Αγίου Μέμνονα και αν είχε και παρεκκλήσια στην ενορία.
Δεν είχε παρεκκλήσια. Μιαν εκκλησία είχαμε την εκκλησία του Αγίου Μέμνονα.
Ξέρεις τίποτα για την ιστορία της εκκλησίας;
Εγώ δεν ξέρω. Νομίζω ότι ο Άγιος Μέμνονας ήταν ο Άγιος των ακρίδων. Μια χρονιά ήρθαν πολλές ακρίδες στον Άγιο Μέμνονα και ο Άγιος τούτος έκαμε το θαύμα του και έφυγαν οι ακρίδες. Όπως ξέρετε οι ακρίδες έτρωγαν τα δέντρα. Αυτό ξέρω, πως ήταν ο Άγιος που προστάτευε την ενορία του Αγίου Μέμνονα από τις ακρίδες.
Γινόντουσαν πανηγύρεις στον Άγιο Μέμνονα;
Γινόντουσαν δυο πανηγύρεις. Η πανήγυρη του Αγίου Μέμνονα και η πανήγυρη της Ελιάς. Η πανήγυρη της Ελιάς ήταν εμπορική. Έφερναν και ζώα. Είχε μεγάλη έκταση γύρω από την εκκλησία. Δεν ήταν πανήγυρη μόνο για τρόφιμα και οπωρικά. Η μεγαλύτερη πανήγυρη ήταν της Ελιάς.
Ποια ήταν τα έθιμα των κατοίκων, αν υπήρχαν τέτοια;
Μα τα έθιμα είχαν σχέση με τις νοικοτζιηρές. Όταν ερχόντουσαν τα Χριστούγεννα, ζύμωναν, και ετοιμάζονταν για τη γιορτή των Χριστουγέννων. Το ίδιο και για τη Λαμπρή. Τη Λαμπρή οι κοπέλες έκαναν σούσες.
Πού γινόντουσαν οι σούσες;
Στα σπίτια μας. Το σπίτι μας ήταν δίχωρο και ήταν με σιδηροδοκό, νευκά σιδερένη, και ερχόντουσαν οι κοπέλες και κρεμάζαμε τη σούσα μέσα στο σπίτι, μέσα στο υπνοδωμάτιό μας. Περνούσαμε το σχοινί στο μέσο της νευκάς τζιαι κάναμε σούσα. Εμείς δεν είχαμε μεγάλο δέντρο. Τα άλλα σπίτια, όπως του Κιαγιά, που είχε μια μεγάλη αμυγδαλιά, έκαμναν την σούσα έξω στην αυλή. Είχαμε μια γιαγιά που ήταν παπαδιά, η γιαγιά του Ιωακείμη. Της άρεσε να κάθεται στη σούσα και να τη σούζουμε. Μπορεί να ήταν 90 χρονών τότε. Μας έλεγε “όι κόρη μου να με σούσετε για να μην ψωρκάσω”.
Μόνο το Πάσχα γινόντουσαν οι σούσες;
Ναι, την Ανάσταση μόνο. Δεν γινόταν άλλη μέρα.
Τι θυμάσαι για το ανθόνερο;
Εγώ έκαμνα πάντα ανθόνερο. Την εποχή των ανθών, τον Απρίλη που άνθιζαν οι πορτοκαλιές, έβαζα σεντόνι χαμέ, σούζαμε την πορτοκαλιά και οι ανθοί έπεφταν πάνω σε καθαρό σεντόνι. Έπιανα τους ανθούς και αν ήταν μια οκά οι ανθοί έβαζα και το ανάλογο νερό. Πάνω στο μαγκάλι τοποθετούσα τον λαμπίκο, είχα λαμπίκο τότε, αποστακτήρα, και με τον βρασμό οι υδρατμοί, περνούσαν μέσα από κρύο νερό και ψύχονταν. Οι σταγόνες έπεφταν μετά σε μια μπουκάλα τζιαί έπιανα το ανθόνερο. Έκαμνα ανθόνερο και με τα τριαντάφυλλα γιατί είχα πολλές τριανταφυλλιές. Σαν την Άνοιξη μπορεί να έπιανα 200 τριαντάφυλλα την ημέρα.
Πώς νιώθατε τον Απρίλη όταν άνθιζαν οι πορτοκαλιές;
Ήταν χαρά Θεού! Ξέρεις τον Απρίλη που άνθιζαν τα δέντρα, τα αυτοκίνητα δεν τα χωρούσε ο τόπος. Κάθε λίγο έβλεπες αυτοκίνητα να περνούν σε όλο τον Άγιο Μέμνονα για να τους δώσει η μυρωδκιά των ανθών. Τόση χαρά, τόση αγαλλίαση ένιωθε ο κόσμος από τη μυρωδκιά των πορτοκαλιών! Μια φορά που ερχόμουν από τη Λευκωσία και ήταν ανθισμένα τα δέντρα, μόλις κοντέψαμε το Τέσσερα Μίλι ανάπνεες τη μυρωδκιά των πορτοκαλιών που ήταν ανθισμένες.
Για το μετάξι τι έχετε να μας πείτε;
Eίχαμε τότε πολλούς μεταξοσκώληκες. Η μάνα μου πάντα έπιανε πολλούς μεταξοσκώληκες.
Μόνο εσείς ή και άλλοι στη γειτονιά;
Όλος ο Άγιος Μέμνονας. Εκείνη την εποχή ο κόσμος ζούσε από το μετάξι, τα κουκούλια τα πουλούσαν γιατί ήταν ένα εισόδημα για τη νοικοκυρά. Δεν είχε τότε γραφεία για να εργάζονται οι γυναίκες. Η γυναίκα ήθελε να πιάνει χρήματα τούτη την εποχή. Όταν ερχόταν η Λαμπρή αγοράζαμε τον μεταξόσπορο. Άλλος έπιανε 10 δράμια, άλλος 5 δράμια, άλλος 6, ανάλογα με τις συκαμιές διότι οι φράκτες των περβολιών ήταν οι συκαμιές. Από κείνες τις συκαμιές είχαμε καλό εισόδημα. Σαν η μάνα μου έτυχε μια χρονιά να αγοράσει 12 δράμια μεταξόσπορο. Πάντα πιάναμε πομισιάρικο (συνεταιρικό) με τον Ιωακείμη, γιατί ο Ιωακείμης είχε πολλές συκαμιές. Έτυχε μια χρονιά να κάμουμε 60 οκάδες κουκούλια. Πιάναμε από 30. Τριάντα δίναμε εκείνου που μας έδινε τις συκαμιές και τριάντα έπιανε η μάνα μου. Τριάντα οκάδες κουκούλια έβγαζαν πολύ μετάξι με το οποίο υφαίναμε την προίκα μας, διότι η προίκα μας ήταν ούλο μεταξωτά. Είχε άτομα από το Παραλίμνι που ερχόντουσαν να αγοράσουν κουκούλια. Ερχόντουσαν στην μάνα μου και αγόραζαν ως και 8 οκάδες. Με τούτον τον τρόπο ζούσαν τότε οι νοικοκυρές. Να πουλήσουν τα κουκούλια τους. Κάποτε αγόραζε και ο κύριος Χαράλαμπος Δημητρίου, ο πατέρας του κυρίου Γιώργου Δημητρίου του καθηγητή. Έπαιρναν οι γυναίκες τα κουκούλια εκεί και τα αγόραζε. Ερχόντουσαν έμποροι που αγόραζαν το κουκούλα από κοντά του για να το κάνουν μετάξι. Έτυχε, όπως σας είπα, να κάνουμε μια φορά 60 οκάδες κουκούλια. Οι 30 οκάδες ήταν πάρα πολλές. Με 8 οκάδες κουκούλι έβγαλες μιαν οκά μετάξι. Ήταν ένα καλό εισόδημα για τη νοικοκυρά.
Πες μας κυρία Θεοδώρα, οι κάτοικοι γενικά ήσαν προοδευτικοί ή συντηρητικοί;
Ήταν προοδευτικοί. Είχε τζιαι συντηρητικούς βέβαια.
Πες μας αν οι κάτοικοι του Αγίου Μέμνονα έστελλαν τα παιδιά τους για να μορφωθούν πέραν του δημοτικού.
Ο Άγιος Μέμνονας είχε μόνο δημοτικό. Επί της εποχής μου και πριν ακόμα, ο κύριος Γιώργος Δημητρίου ήταν καθηγητής, που σημαίνει ότι τον έστειλε ο πατέρας του στο πανεπιστήμιο για να γίνει καθηγητής. Άλλος ήταν ο γιατρός ο Κιαγιάς που φοίτησε σε πανεπιστήμιο. Μορφωνόταν ο κόσμος.
Ξέρεις κάποια άτομα που έχουν διακριθεί στην κοινωνία και ήσαν από τον Άγιο Μέμνονα;
Ήταν παλιά ο Κώστας ο Θεοφάνης, ο πατέρας του γιατρού του Γιώργου Φάνου. Έστειλε το γιο του και σπούδασε ιατρική. Ήταν ο γιατρός μας όταν ήμουν μικρή του δημοτικού. Έστειλε και τον άλλο γιο του σε σχολή στην Λευκωσία, νομίζω στην Αγγλική Σχολή. Ο γέρος, ο Χατζηγιώρκος Μυλωνάς σπούδασε και κείνος τα παιδιά του. Είχαμε τον γιατρό τον Κιαγιά, τον μαθηματικό Ανδρέα Τσικκίνη αλλά εν υστερινός τούτος.
Στον Άγιο Μέμνονα υπήρχαν σύλλογοι, είτε για τους άντρες είτε για τις γυναίκες;
Ήταν ο σύλλογος των αγοριών. Οι κοπέλες δεν είχαν σύλλογο είχαμε το κατηχητικό μόνο.
Σ’ αυτό το σύλλογο έκαναν κάποιες εκδηλώσεις;
Έκαμναν. Παίζαμε και δράματα.
Αν θυμάσαι, πες μας τι δράματα παίζατε, και ποιοι ήσαν οι ηθοποιοί;
Ήμουν τζιαι εγιώ μέσα. Νομίζω ότι παίξαμε τον Παύλο τον Μελά. Ναι. Τον Παύλο τον Μελά.
Αν θυμάσαι, ποιοι άλλοι έπαιξαν στο θέατρο;
Ήταν τα κοπέλια του θείου μου του Γιώρκου του Φιαλά, ο Μιχάλης ο Φιαλάς ήταν τζιαί τζιείνος μέσα, για να πάω τζιαί γιω, αλλά ήταν τζιαί άλλοι μέσα. Που να τους θυμηθώ γιε μου, γέρασα.
Πες μας τώρα αν ο Άγιος Μέμνονας σε σύγκριση με τις άλλες ενορίες της Αμμοχώστου διέφερε σε κάτι.
Όλες οι ενορίες ήταν καλές. Ο κόσμος στον Άγιο Μέμνονα ήταν αγαπημένος, δεν είχαμε δύσκολα πλάσματα. Ήταν πολύ αγαπημένοι, ήταν μονιασμένοι.
Πες μας κάποιες προσωπικές εμπειρίες που θυμάσαι έντονα από τη ζωή σου.
Είμαι ευχαριστημένη που οι γονιοί μου με έστειλαν σε ανώτερο σχολείο. Βραβεύτηκα. Όποια έγραφε την πιο καλή έκθεση βραβευόταν. Εγώ πήρα τον έπαινο του Παναγιώτιου Βραβείου. Όλη μέρα έκλαια, αντί να χαρώ, δεν ξέρω πως μου ήρθε. Αφού μια συμμαθήτριά μου που ήμαστε στενές φίλες μου είπε «ρα Θεοδώρα ήντα που κάμνεις έτσι, τζιαί κλαίεις;». Λαλώ της «έν ηξέρω» αφού μου ερχόταν κλάμα. Εκείνη τη μέρα έκλαια αντί να χαίρουμαι. Τούτη ήταν η εμπειρία μου.
Άλλο πράγμα που θυμάσαι ως εμπειρία;
Δε θέλω να το φημιστώ τώρα αλλά στην εισβολή εγώ έμεινα μέσα. Δυο μόνο γυναίκες φροντίζαμε 45 αρρώστους. Για κείνη την υπηρεσία μας τίμησε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ΄.
Ποιος σας έδωσε το βραβείο;
Ο Αρχιεπίσκοπος. Μας κάλεσαν στην Αρχιεπισκοπή και μας έδωσαν το βραβείο.
Πόσο καιρό μείνατε στον Άγιο Μέμνονα μετά την εισβολή;
Ώσπου ήρθαν τα Ηνωμένα Έθνη τζιαί εβκάλα μας. Παραπάνω από δέκα μέρες. Δυο κυρίες, η κυρία Καψουράκη και εγώ φροντίζαμε 45 αρρώστους.
Πού ήταν αυτοί οι 45 άρρωστοι;
Στο δημοτικό σχολείο του Αγίου Μέμνονα.
Και αυτοί οι 45 άρρωστοι από πού ήσαν;
Μας τους έφεραν από το γηροκομείο του Βαρωσιού. Είχε και ο Άγιος Μέμνονας. Για παράδειγμα η Κιαγίνα, η μάμα του γιατρού, μετά την εισβολή έμεινε στο σπίτι της με μια υπηρέτρια. Η υπηρέτρια είχε το κακό σύστημα να κάθεται πάνω στον καναπέ και να έχει αναμμένο το φως μέρα μεσημέρι. Πέρασαν οι Τούρκοι στρατιώτες και όταν είδαν το φως αναμμένο πυροβόλησαν, την πλήγωσαν στο πόδι τζιαι που την αιμορραγία πέθανε.
Αυτό έγινε στις πρώτες δέκα μέρες μετά την εισβολή;
Ναι. Τις πρώτες ημέρες της εισβολής. Επήγα ένα πρωί να δω τι γίνεται, γιατί ήξερα πως ήταν κατάκοιτη. Την προηγούμενη ημέρα πριν την εισβολή έστειλε την υπηρέτριά της και μου είπε, «κυρία Θεοδώρα αν έσιεις ψωμί δώσε μας γιατί εν έχουμε ψωμί να φάμε». Έβαλα της τζιαι ελιές τζιαι ψωμί τζιαι έδωσά της τα. Την επαύριον λέω της Αγγελικής Καϊσίδου, αδελφής του Αντρίκκου του Δεσπότη. Εν να πάω να δω αν έχουν ψωμί οι γερόντισσες για να τους πάρω. Επήγα, και έκλαιε η Κιαγίννα. «Αχ Φανού πού είσαι κόρη μου, ούλοι έφυαν τζιαι αφήκαν με». Μα ήντα που έπαθες θεία χατζήνα λαλώ της». Λαλεί μου, «κόρη μου έφυαν ούλοι τζιαί αφήκαν με». Η Φανού (η υπηρέτρια) που έλεγε ότι δε θα φύγει, έφυγε. Φωνάζω της και δε μου απαντά. Πάω μέσα στο σαλόνι και βρίσκω τη Φανού πεθαμένη σε λίμνη αίματος. Θκεια μην κλαις και θα πάω να σου φέρω ψωμί και ό,τι άλλο έχω στο σπίτι, αλλά να μην κατεβείς που το κρεβάτι γιατί έχουμε 40 στο σχολείο για να περιποιηθούμε και όταν βρω καιρό θα έρθω να σε δω.
Όταν λες Φανού, ποιο ήταν το επώνυμό της;
Εν θυμούμαι το επώνυμό της τώρα. Ήταν από το Βαρώσι και την πλήρωναν τα παιδιά της Κιαγίνας για να την περιποιούνται. Επειδή ήταν το φως ανοικτό την πυροβόλησαν οι Τούρκοι. Έπιασα το γιατρό τηλέφωνο, τον γιο της, τζιαι λαλώ του έτσι τζιαι έτσι για τη μάνα σας τζιαί λαλεί μου φρόντιζε Θεοδώρα τζιαι που να βρεθούμε να σε πληρώσουμε. Έθελω γιε μου χρήματα λαλώ του. Όταν ήρθε ο Δόκτωρ Χέντερσον, τον έστειλε η υπεύθυνη των γερόντων στο σχολείο για να τους δει, του είπα «Γιατρέ μου μια γυναίκα, μάνα ενός γιατρού, εν μόνη της τζιαι αβοήθητη». Τζιαι λαλεί μου έμπα μες το αυτοκίνητο τζιαι να πάμε να την φέρουμε. Έχεις 45, 46 να τους κάμεις 47. Πιάσαμε τη γερόντισσα και τη φέραμε στο σχολείο. Μείναμε στο δημοτικό ώσπου ήρθαν τα Ηνωμένα Έθνη και μας πήραν στον Απόστολο Παύλο, ύστερα μας πήραν στις Γαλλίδες τις Καλογριές. Μείναμε εκεί 2 χρόνια ώσπου κτίστηκε ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμον και κουβαλήθηκε το γηροκομείο εκεί.
Ο Άης Ιωάννης ο Ελεήμον σε ποια περιοχή βρίσκεται τώρα;
Στη Λάρνακα.