Μιχάλης Κιαγιάς

Μιχάλης Κιαγιάς

Ο Μιχάλης Κιαγιάς γεννήθηκε το Μάιο του 1914. Φοίτησε στο Δημοτικό Σχολείο Αγίου Μέμνονα και μετά στο Γυμνάσιο Αμμοχώστου. Μετά την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο ενεγράφη στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1936. Πήρε το πτυχίο του με άριστα από το Πανεπιστήμιο το 1939.

Έδωσε τη συνέντευξη που ακολουθεί το 2009 σε ηλικία 95 ετών.


Γιατρέ, θα θέλαμε να μας πείτε, όταν ήσασταν στην παιδική σας ηλικία πώς έμοιαζε ο Άγιος Μέμνονας;
Ο Άγιος Μέμνονας ήταν ένα μικρό χωριό, με λίγους κατοίκους, που όλοι τους ήταν κηπουροί. Εμείς όταν ήμασταν μικροί πηγαίναμε στο παλιό σχολείο.

Πού βρισκόταν το παλιό σχολείο;
Ήταν δίπλα από την εκκλησία προς το σπίτι της Ανδριανής Πέτρου (το γένος Σιτσιάνη), κόρη του Κωνσταντή Αντώρκα. Εκεί είχε και νερό που ερχόταν με αυλάκι πετρόκτιστο από την Αγία Νάπα. Υπήρχε ένα μικρό ντεπόζιτο με μια μικρή φουντανούδα την οποία ανοίγαμε με τάππο και πίναμε νερό.

Επειδή είπατε προηγουμένως ότι ο Άγιος Μέμνονας ήταν ένα μικρό χωριό, θυμάστε να μας πείτε πόσοι ήταν οι κάτοικοι;
Δε θα ήταν παραπάνω που 300. Είχε 60 μαθητές περίπου. Οι περισσότεροι είχαν περβόλια και ασχολούνταν με την κηπουρική.

Μπορείτε να μας πείτε τα ονόματα κάποιων που ασχολούνταν με την κηπουρική;
Να αρχίσω από τον Κιαγιά που είχε 8 παιδιά. Ο ένας από αυτούς ήταν ετεροθαλής. Είχε μεγάλους κήπους και ασχολείτο εκεί ο γερο-Κιαγιάς. Κατοικούσαμε σε ένα σπίτι το οποίο ήταν του ετεροθαλούς αδελφού. Τα περβόλια ήταν σε 5 μερίδια και ζούσαμε εκεί. Τα 7 ή 8 αδέλφια εργάζονταν για την οικογένεια. Οι μεγάλοι πάντοτε βοηθούσαν τους μικρούς. Θυμάμαι την αδελφή μου που μας έλουννε, μας έπλενε και μας τάιζε, όταν ήμασταν μικροί.

Άλλες οικογένειες;
Οικογένειες θα πούμε πολλές. Αρχίζουμε από την οικογένεια του Αντώνη Τουμαζή, που το σπίτι του βρισκόταν στην αρχή του Αγίου Μέμνονα. Ήταν μια πολυμελής οικογένεια, νομίζω ήταν 10μελής, μετά ήταν του Γιώρκου Μυλωνά, ύστερα ήταν του Δημητρό Γιασουμή (Αμερικάνος), μετά ήταν του Βασίλη Ψαρά, του Γιώρκου Χατζηκυριάκου και του Δημήτρη Χατζηχαμπή. Μετά ήταν το περβόλι του Παύλου Χατζηπαύλου, παππού του Παυλάκη και Γιαννάκη Παπαδόπουλου, το οποίο έφτανε ως το δρόμο. Μετά ήταν του Παυλή Ψαρά, του Γιώρκου Ψαρά, και μετά ήταν του Φίλιππου του Μάζαρου. Πρώτα ήταν του Σέντρου και μετά ήταν το περβόλι του Γιάγκου, γιου του Φίλιππου του Μάζαρου, ο οποίος παντρεύτηκε την αδελφή του Κυπραίου και έμενε εκεί. Ύστερα είχε ένα περβόλι μικρό της Χατζήνας Αρετής.

Ποιο ήταν το επώνυμό της;
Χατζηαρετή την ελαλούσαμε. Απέναντι δεξιά ήταν το παγοποιείο του Δημητρίου. Εκεί εργαζόταν ο καθηγητής ο Γιώργος Δημητρίου, ο Μαθηματικός, και ο αδελφός του ο Κώστας Δημητρίου, ο οποίος έγινε μετά Μουχτάρης. Μετά πηγαίνοντας προς τα πάνω ήταν το σπίτι του Λευτέρη Ελευθερίου, ο οποίος διόρθωνε ανεμόμυλους. Ο Λευτέρης το 1950 είχε ένα μικρό εργαστήριο στο σημείο αυτό.Σημ.: Τόσο το σπίτι όσο και το περιβόλι του ήσαν πίσω από το σπίτι του Τάσου Αρέστη, στο δρόμο Δερύνειας-Αμμοχώστου. Κοντά στο σπίτι του Τάσου Αρέστη, έμενε η οικογένεια Νικολέττου, η οποία ονομαζόταν και Θερκού του Βρακά, ο οποίος είχε καρέττα.
Μετά από το εργαστήρι του Λευτέρη ήταν το σπίτι του Αρέστη Αρέστη, ο οποίος ήταν ψάλτης στον Άγιο Μέμνονα. Μετά ήταν του Φίλιππου Αρέστη του πατέρα του Αρέστη και του Τάσου, αριστερά ήταν το περβόλι τους και μετά ήταν το σπίτι του Μαυρουδή Χατζηχαμπή. Μετά είχε ένα δέλτα στο οποίο κατέληγε ο κήπος του Χαράλαμπου Δημητρίου και χώριζε το δρόμο. Ο ένας δρόμος προς τα κάτω πήγαινε προς τα σπίτια του Κωνσταντίνου Χατζηπασχαλή (Δεσπότη) και του Κωσταντή Γιακέσιη. Μετά ήταν το σπίτι του ρολοά, του Παναγιώτη Δημητρίου. Ο πατέρας του ήταν ράφτης. Ύστερα ήταν τα σπίτια του Λούκα Χατζημένοικου και του Γιώρκου Φαφουρτή. Ο άλλος δρόμος προς τα πάνω οδηγούσε προς το Παρθεναγωγείο. Το Παρθεναγωγείο ήταν ιδιοκτησία της εκκλησίας του Αγίου Μέμνονα.

Πού ήταν ακριβώς το Παρθεναγωγείο;
Στον κύριο δρόμο, που ήταν το σπίτι του Μαυρουδή του Χατζηχαμπή. Εκεί είχε ένα μικρό κήπο με μεγάλα δέντρα-κυπαρίσσια και είχε ένα μικρό ντεπόζιτο που ερχόταν το νερό από πάνω. Μετά ήταν τα οικήματα της εκκλησίας του Αγίου Μέμνονα, που κατοικούσαν οι δάσκαλοι της ενορίας. Αργότερα έγινε η Ένωση Νέων του Αγίου Μέμνονα (ΕΝΑΜ), μετά ήταν το καφενείο του Αγίου Μέμνονα, αριστερά ήταν το σπίτι του Χαράλαμπου Δημητρίου, του Κώστα Δημητρίου. Ο Χαράλαμπος Δημητρίου είχε τρία παιδιά, τον Κώστα, το Γιώργο και ακόμα έναν άλλο ο οποίος λεγόταν Δημητράκης, ο οποίος πέθανε που πνευμονία, όταν ήταν νέος. Μετά ήταν το σπίτι του Γιωρκή του Αρέστη, ακριβώς στο διχάλι, αριστερά ήταν του Χαράλαμπου Βραχίμη, Κυπραίο τον ελέγαμε, δεξιά ήταν του Ηλία Φαφουρτή του θείου μου και μετά ήταν της Χατζήνας του Βρακά. Μετά ήταν το Νηπιαγωγείο του Πέτσα, ήταν περιουσία του Πέτσα, την οποία αγόρασε ο Κωνσταντής ο Κουπέπιας και έκαμε νηπιαγωγείο.

Πού ήταν το νηπιαγωγείο;
Ήταν απέναντι από το σπίτι του Γιώρκου του Χατζηκουμή. Μετά είχε δρόμο ο οποίος πήγαινε προς την εκκλησία του Αγίου Μέμνονα. Στη γωνιά ήταν το σπίτι του ιερέα, του Παπά-Αντρεα, μετά ήταν το σπίτι του Ηλιόδωρου Μιχαήλ, το οποίο νοικιαζόταν ως καφενείο και μετά ήταν ο Κωνσταντής Παρπαρέσιης. Απέναντι ήταν του Σιάλου Μυλωνά και της Μαρίτσας της Λουγκρούς. Προς τα πάνω, δεξιά, ήταν της Πεζουνούς, που είχε παιδιά τον έμπορα, που ονομαζόταν Αντώνης Λουκαϊδης, τον Πασχαλή και μιαν αδελφή, η οποία παντρεύτηκε κάποιον υφασματοπώλη, που κατοικούσε στην οδό Λάρνακος. Λεγόταν νομίζω Αντριανή. Μετά ήταν του Γιώρκου Φιαλά, στη συνέχεια υπήρχαν περβόλια δεξιά και αριστερά, μετά ήταν του Κωνσταντή Φιαλά, που ήταν παντρεμένος με την Αντριανή, η οποία χήρεψε νέα. Μετά ήταν του Θεόδουλου Κωνσταντή, που έψαλε στον Άγιο Μέμνονα και ήταν και καντηλανάφτης και κτίστης. Είναι ο πατέρας της Θεοδώρας. Μετά ήταν τα δικά μας, ήταν του Κιαγιά το κάτω σπίτι και μετά έκτισε και ο ο παπάς μου το νέο το σπίτι πάνω στο κύριο δρόμο. Δίπλα ήταν το σπίτι του Ευάγγελου. Μετά προς τα πάνω ήταν το σπίτι του Ιωακείμη, το σπίτι του Μιχάλη του Τσικκίνη και του Δημήτρη του Κάτσαρη, που είχε γυναίκα την Γιωρκού, η οποία είχε μια βουλιμία στο φαγητό και έτρωγε συνέχεια. Καθόταν πάνω σε ένα σκαμνί και είχε δίπλα της νερό που έβαζε πάνω της και έτρωγε συνέχεια. Η Γιωρκού πήρε μιαν αναγιωτή, που λεγόταν Μελανή, επειδή δεν έκαμνε παιδιά. Όμως μετά την υιοθεσία έκανε τρία παιδιά, την Παναγιώτα, το Χρίστο και την Αθηνά. Η Αθηνά πέθανε μικρή. Θυμάμαι ότι μετά που πέθανε έκλεισαν το δωμάτιο που έμενε και έμεινε κλειστό ως την ημέρα που φύγαμε. Μετά ήταν το σπίτι της Ττινούς, που είχε γιο τον Κίρκα, την Ελένη του Γιασουμή, την Αναστασία του Καφέτσιη και η άλλη ήταν η Χριστίνα του Ηλία του Κοντού. Ο Ηλίας είχε παιδιά τον Αντρέα Κοντού που ήταν παρπέρης, τον Ασπρουλή και το Χαράλαμπο τον Κόκκινο και μια κόρη. Ύστερα φτάναμε στο τέλος του δρόμου του Αγίου Μέμνονα. Προς τα κάτω βρίσκαμε δεξιά μας το σπίτι του Σπυρίδωνα του Παπαδόπουλου, ο οποίος είχε παιδιά τη Χρυστάλλα, το Φίλιππο και το Λούκα, Παναγιώτα ήταν η γυναίκα του. Μετά πάνω στο στρίψιμο ήταν ο Φώτης, ο γαμπρός του Αρέστη και στο βάθος ήταν ο Πέτρος ο Χατζής. Απέναντι από του Σπυρίδωνα ήταν ο δρόμος που έφθανε σε αδιέξοδο. Στο δρόμο προς τα πάνω βρισκόταν το σπίτι του Ττοφή του Άννιολη και του Μέμνιου, μετά ήταν το σπίτι του Γιώργου Τζιωρτζή, πατέρα του Νίκου Τζιωρτζή, και μετά ήταν το σπίτι του Κωνσταντή Αντώρκα-Σιτσιάνη. Μετά ήταν του Φίλιππου του Μάζαρου. Ο Φίλιππος ο Μάζαρος χήρεψε ενωρίς. Είχε παιδιά το Γιάγκο και τον Πιερή με την πρώτη του γυναίκα, μετά πήρε μια από την οικογένεια του Σεντρου. Ανατολικά του Άννιολη ήταν τα σπίτια και τα περβόλια των Αντώνη Παυλά, του Θωμά Χατζηθωμά, του Γιώρκου Στέρκα και του Αντρέα Αδάμου. Η οικογένεια του Σέντρου είχε τρία παιδιά. Ο ένας ήταν ο Σακκουλής, τους άλλους δύο δεν τους θυμάμαι. Μετά υπήρχε αδιέξοδο προς τη θάλασσα. Προς τα δεξιά ήταν του Ζανέττου ο οποίος ήταν χασάπης και το καλοκαίρι έσφαζε ζώα στην Καντάρα και είχε και φούρνο. Όταν ήμουν μικρός με έστειλαν να αγοράσω ψωμί από του Ζανέττου, που είχε ένα σκύλο μαύρο, ο οποίος μόλις κόντεψα με έβαλε του βούρου και έπεσα χαμέ και με δάγκασε. Εγώ έβαλα τις φωνές και ήρθαν από το σπίτι του Σκούρου και μου έβαλαν σπίρτο πάνω στο μερί. Μετά ήταν το σπίτι του Γιαννή Σκούρου, που είχε γυναίκα τη Φουρεγκού. Είχε παιδιά τη Φωτεινή, το Χρυσόστομο το Γιώρκο, την Ανδριάνα, την Ελένη και την Άννα που παντρεύτηκε το Σολουκίδη. Προς τα πάνω ήταν ο Τσικκίνης Παναγιώτη Τσικκίνης. Ο Τσικκίνης ήταν τακτικός στην εκκλησία, ήταν πολύ θρησκευόμενος άνθρωπος, και είχε 5 παιδιά. Ήταν παντρεμένος με την Αγγελική από την Κώμα του Γιαλού. Είχε παιδιά τον Ανδρέα τον Τσικκίνη το Μαθηματικό, τον Παναγιώτη, τη Γεωργία, την Ανδριανή και την Ελένη που παντρεύτηκε ο Ιωακείμης.

Ποιοι ήταν οι κύριοι δρόμοι του Αγίου Μέμνονα;
Οι κύριοι δρόμοι ήταν του Αγίου Μέμνονος και των Εσπερίδων. Είχε και άλλους που πήγαιναν προς τη θάλασσα. Ήταν ο δρόμος της Καντάρας και της Κανακαρίας.

Εκεί που κτίστηκε το νέο σχολείο ήταν το σπίτι της μάνας του Μιχαήλ Καφέτζιη, ήταν η μάνα του Χαράλαμπου Κουλέρμου, ήταν η Ιουλία του Λούκα, ήταν του Βοσκού. Η πρώτη κατοικία ήταν του Βοσκού, ο οποίος είχε πεντέξι κόρες και ένα γιο ο οποίος όταν με επισκέφθηκε ως γιατρός διέγνωσα ότι είχε οξεία σκωληκοειδίτιδα και τον έστειλα στο νοσοκομείο. Ο χειρούργος στο νοσοκομείο ήταν ένας Εγγλέζος, που σε όποιους έκανε εγχείριση, πέθαναν. Έκανε εγχείριση και σ’ αυτόν τον καημένο και πέθανε. Η μια του κόρη ήταν η Λένα, η άλλη η Παντελού, είχε συνολικά 4-5 παιδιά νομίζω. Στον πάνω δρόμο ήταν τα σπίτια του Χατζηγιώρκου Μισιαλή, ο οποίος πήρε την κόρη του Άννιολι, ο οποίος έκανε ένα γιο και τρεις κόρες. Τη μια κόρη την παντρεύτηκε ο Ανδρέας Μουζουράς από τη Δερύνεια, την άλλη παντρεύτηκε ένας Κατω-Βαρωσιώτης, ο Γιώρκος Σιασούρης. Εκεί δίπλα είχε περβόλι ο Χρυσόστομος της Χαρικλούς. Πιο κάτω ήταν του Μουζουρά. Το σπίτι του Μουζουρά ανήκεν στη Δερύνεια και ήταν και ο αριστερός ψάλτης της εκκλησίας μας. Δίπλα ήταν το περβόλι του Φάνου του Μυλωνά, που το πούλησε αργότερα στον Τουμαζή και το χώρισε σε οικόπεδα. Στο χώρο τούτο κτίστηκαν πολλά σπίτια. Ο δρόμος της εκκλησίας του Αγίου Μέμνονος είχε κατεύθυνση προς το δρόμο της Δερύνειας. Στο δρόμο αυτό βρίσκαμε πρώτα το σπίτι του Κωνταντή, του οποίου η γυναίκα του η Μαρουλλού εφάνισκε. Είχαν 6-7 κόρες και τρεις γιους τον Ευθύμιο, τον Κυριάκο και το Φώτη. Ο ένας πήγε στην Αυστραλία και ο Φώτης ήταν οδηγός του ασθενοφόρου του νοσοκομείου της Δερύνειας. Μετά ήταν το περβόλι της Αντριανής Φιαλά (Φουαρτούς), αριστερά ήταν το περβόλι του Ιωακείμη, του οποίου ο ο γιος του Πανίκος έκτισε σ’ αυτό σπίτι. Στα αριστερά ήταν το σπίτι του Γιώρκου Γιωρκαλή, δεξιά ήταν του δασκάλου του Δημητριάδη Γιάγκου, μετά ήταν του Γιώρκου Μυλωνά. Τα παιδιά του Μυλωνά ήταν η Κυριακή, η Παντέλα, η Εύα, η Ανδριανή και η Ελένη. Την Εύα παντρεύτηκε ο Μανώλης Αναστασιάδης, που είχε γιο τον Γιώργο Αναστασιάδη, που εργαζόταν στο Υπουργείο Οικονομικών. Μετά ήταν το σπίτι του Γιάγκου της Παντελούς. Ο Γιάγκος ήταν Βαρωσιώτης. Αριστερά ήταν του Κωστή του Γιωρκή Αρέστη ο οποίος παντρεύτηκε την Αύρα. Εκεί που τελειώνει ο δρόμος του Αγίου Μέμνονα και αμέσως μετά αρχίζει ο δρόμος της Δερύνειας. Στο δρόμο της Δερύνειας-Αμμοχώστου είχε σπίτι ο Φασαρίας, ο οποίος πάντρεψε την κόρη του με τον Κυριάκο του Μετσιήδια, μετά ήταν το σπίτι του Τάσου Αρέστη που ήταν ψάλτης και μετά ήταν του Κωστή Αρέστη. Μετά ήταν το σπίτι του Κυριάκου του Χατζηκυριάκου, που είχε ένα μεγάλο περβόλι και προς τα κάτω ήταν του Πασχαλίδη του θείου του Κίκη Κωνσταντίνου και του Φάνου του Παπαγιώργη.

Θέλω να μας πείτε τώρα για την ποιότητα των κατοίκων του Αγίου Μέμνονα.
Η ποιότητα ήταν καλή. Οι περισσότεροι, ένα 80-85% ήταν εγγράμματοι.

Το σπίτι του Παύλου δεν το είπαμε, το σπίτι της Γιαβελούς εν το είπαμε, το σπίτι του Βασίλη του Μισιαλή εν το είπαμε, το σπίτι της γιαγιάς μου της Χρυσής του Ηλία δεν το είπαμε, το σπίτι του Χατζηκουμή δεν το είπαμε.

Πείτε μας τώρα για του κοινοτάρχες. Ποιους κοινοτάρχες θυμάστε και πέστε μας λίγα λόγια για τον καθένα.
ΟΉταν ο Χαράλαμπος Δημητρίου, ο πατέρας του Κώστα του Δημητρίου, ο οποίος ήταν καλός αλλά ήταν αυστηρός. Μετά ήταν ο Κώστας Δημητρίου, ο οποίος παρέμεινε μέχρι τέλους. Ήταν και τούτος αυστηρός, διοικούσε το παγοποιείο μαζί με τον αδελφό του, καθηγητή των μαθηματικών Γιώργο Δημητρίου.

Πέστε μας ποιούς ιερείς θυμάστε αρχίζοντας από τον καιρό μου ήσασταν μικρός, ως τον καιρό που φύγαμε από το Βαρώσι.
Θυμούμαι τον Παπά-Αντρέα, ο οποίος έκανε πάνω από 20 χρόνια στην ενορία.

Πέστε μας λίγα λόγια για τον ιερέα για να τον γνωρίσουμε κι εμείς που δεν τον έχουμε γνωρίσει.
Εμείς τότε ήμασταν μικροί, ήμασταν μαθητές, τον θεωρούσαμε ένα άνθρωπο εγγράμματο, πολύ θρησκευόμενο, τηρούσε τις λειτουργίες, ήταν καλός άνθρωπος. Είχε κόρη την Αγάθη. Μετά τον Παπα-Αντρέα είχαμε ένα ιερέα από τη Δερύνεια ο οποίος είχε περβόλι στον Άγιο Μέμνονα, ήταν ο Παπα-Γιάννης. Ύστερα είχαμε τον Παπα-Καούλα, ο οποίος έκανε κάμποσα χρόνια στον Άγιο Μέμνονα και ήταν Αυγορίτης. Παιδιά είχε τον Αντώνη Παπαδόπουλο, τον Τάκη Παπαδόπουλο και τον Αντρέα Παπαδόπουλο. Μετά ήρθε ο Παπα-Σοφρώνιος ( Παπα-Μαστίχας). Στη συνέχεια ήρθε ο Παπα-Αναστάσιος Χαραλάμπους, που ήταν ο τελευταίος ιερέας πριν από την τούρκικη εισβολή και κατοχή.

Πέστε μας τώρα για την εκκλησία του Αγίου Μέμνονα. Πότε και πώς κτίστηκε, αν θυμάστε, και ποιοι πλήρωσαν για την κατασκευή της;
Γράφει στον τοίχο της εκκλησίας ότι εγκαινιάστηκε το 1886 επί Αρχιεπισκόπου Σωφρονίου. Βοήθησε στο κτίσιμο της εκκλησίας και ο Θεόδουλος. Προηγουμένως υπήρχε ένα μικρό παρεκκλήσι, το οποίο στη συνέχεια το μεγάλωσαν.

Όταν ήσασταν μικροί θυμάστε το παρεκκλήσι, ή η εκκλησία ήταν όπως την ξέρουμε τώρα;
Εγώ θυμάμαι την εκκλησία όπως είναι τώρα.

Γινόντουσαν πανηγύρεις στον Άγιο Μέμνονα; Και αν ναι, ποιες ήταν αυτές;
Βασικά ήταν η πανήγυρη της Ελιάς, των Βαΐων. Πρώτα γινόταν στον Άγιο Ιωάννη και μετά ήρθε στον Άγιο Μέμνονα και έμεινε για κάμποσα χρόνια.

Θυμάστε πότε ήρθε η πανήγυρη της Ελιάς στον Άγιο Μέμνονα; Θυμάστε ποια χρονιά;
Δε θυμάμαι ακριβώς.

Τι είδους πανήγυρη ήταν; Τι πουλούσαν;
Πουλούσαν διάφορα πράγματα. Είδη τροφίμων, για παράδειγμα σιουσιούκο και άλλα οπωρικά, παιγνίδια, αλλά και ζώα.

Πέστε μας τώρα λίγα λόγια για τα σχολεία και για τους δασκάλους που είχατε.
Εγώ ήμουν στο παλιό σχολείο, κοντά στην εκκλησιά προς τον κατήφορο. Ήταν ένα δωμάτιο μεγάλο. Ο πρώτος δάσκαλος που ήρθε ήταν ο Λεωνίδας.

Θυμάστε το επώνυμό του;
Όχι. Ο Λεωνίδας ήταν ο πρώτος δάσκαλος, όταν πήγα στο σχολείο. Την πρώτη μέρα έκλαιγα. Ο δάσκαλος είπε: “φέρτε μου τον δαμέ” και μου έδωσε δυο “ζιζιρόπατσους”. Μετά ήρθε κάποιος Χριστοφορίδης, ο οποίος έκαμε κάμποσα χρόνια. Εκείνο που θυμούμαι είναι ότι κάπνιζε συνέχεια. Μετά ήρθε ο Ζαχαρίας Κωνσταντινίδης.

Εκείνη την εποχή, πώς έκαναν το μάθημα οι δάσκαλοι και τι τιμωρίες έβαζαν;
Τιμωρίες ήταν οι πάτσοι. Θυμούμαι ότι ο δάσκαλός μας, ο Ζαχαρίας, μας έστελλε στο περβόλι του Κανελλή για να κόψουμε βίτσες από τις ροδιές. Πολλές φορές τις λυγίζαμε για να σπάζουν εύκολα. Θυμάμαι τον Καρακούσιη και το Βούζο που τους «σκότωνε» από το ξύλο. Μα κάθε μέρα ρε κουμπάρε, κάθε μέρα. Επίσης και εμένα ο Ζαχαρίας μου έδωκε ένα πάτσο. Με έβγαλε στο μάθημα και με ρώτησε “Ο κήπος”, παίρνει περισπωμένη, “του κήπου”, παίρνει οξεία. “Μακρά παραλήγουσα προ βραχείας ληγούσης τονιζόμενη θέλει οξεία”. Εγώ δεν το έβρισκα και έδωκέ μου ένα ζιζιρόπατσο. Έσπασε το τύμπανο του αφτιού μου. Επήγα σπίτι και το είπα στους γονιούς μου και με πήρε ο πατέρας μου στο γιατρό το Φάνο. Του λέει ο γιατρός “Να σου δώσω χαρτί για να τον καταγγείλουμε”. Να το σκεφτώ του είπε ο γέρος. Είχε σκοπό ο Κιαγιάς να τον δέρει στο καφενείο, αλλά δεν τον άφησε ο Κώστας Δημητρίου. Επίσης έδινε πολλή ξύλο και του γιου του Μετσιήδκια, ο οποίος έπαθε ίκτερο και πέθανε. Επίσης, ο Λάζαρος του Αντώνη Τουμαζή έγραφε κάτι και φαίνεται ότι το κακόγραψε, και του έδωσε ένα ζιζιρόπατσο και μπήκε το μολύβι μες το μάτι του. Έκανε πολλά πράματα, ήταν πολύ αυστηρός. Μια μέρα ήρθε ο Βασίλης Ψαράς με μια ματσούκα και την άφησε έξω που την πόρτα της τάξης και μπήκε μέσα και κάθισε περιμένοντας να δει αν θα δέρει κανένα, για να πιάσει την ματσούκα. Δεν έτυχε να δέρει κανένα εκείνη τη μέρα.

Οι κάτοικοι, σχετικά με τη μόρφωση, ήταν συντηρητικοί ή προοδευτικοί;
Ήταν προοδευτικοί. Σπούδασε πρώτα ο Παναγιώτης Τουμαζής πολιτικός μηχανικός, ύστερα σπούδασα εγώ γιατρός μετά ήταν ο Αντρέας Χατζήκυριακου που εσπούδασε Αρχιτέκτονας-Πολιτικός μηχανικός. Ο πρώτος γιατρός του Αγίου Μέμνονα ήταν ο Φάνος, ο οποίος πήγε και στο στρατό. Μας έκανε μεγάλη εντύπωση όταν ήρθε με τις φουστανέλες στην εκκλησιά, εις την λιτανεία, και ο κόσμος τον θαύμαζε. Μετά ήταν ο Πιερής του Μάζαρου που σπούδασε ηλεκτρολογία. Ο Γιώργος Δημητρίου σπούδασε Μαθηματικός τζιαι ο Χαράλαμπος του Πέτρου του Χατζή σπούδασε στην Ανωτάτη Εμπορική Σχολή, Αθηνών. Ο Ευάγγελος ο Φαφουρτής σπούδασε Εμπορικά. Ο Λουκής Φαφουρτής πήγαινε για γιατρός αλλά δεν τέλειωσε. Ο Νικόλας Κιαγιάς σπούδασε Ηλεκτρολόγος-Μηχανικός. Ο Δημητράκης Παπαγιώργης σπούδασε Ηλεκτρομηχανολόγος.

Εσείς πότε σπουδάσατε;
Εγώ σπούδασα το 1933-1939. Τέλειωσα στην εορτή του Αγίου Μέμνονα, στις 28 Απριλίου. Από το Μάιο άρχισα να πηγαίνω στα νοσοκομεία και παρακολουθούσα ως μαθητευόμενος και μου έδωσαν το χαρτί ότι ήμουν μαθητευόμενος για τόσο χρονικό διάστημα. Όταν επέστρεψα στην Κύπρο, επειδή είχα την άδειά μου, ήμουν από τους λίγους γιατρούς που άρχισε δουλειά. Πήγαινα πολύ καλά.

Θα θέλαμε να μας πείτε τώρα για συλλόγους που υπήρχαν στην ενορία.
Υπήρχε ο Σύλλογος του Αγίου Μέμνονος. Νομίζω λεγόταν ΕΝΑΜ (Ένωση Νέων Αγίου Μέμνονος).

Σε τι διέφερε η ενορία του Αγίου Μέμνονα από τις άλλες ενορίες του Βαρωσιού;
Οι περισσότεροι είπαμε ήταν κηπουροί. Το 85% ήταν εγγράμματοι, ήταν δραστήρια άτομα, εκκλησιαζόμενοι και αγαπούσε ο ένας τον άλλο. Σχεδόν όλοι ήσαν συγγενείς.

Πέστε μας οποιεσδήποτε άλλες εμπειρίες για τον Άγιο Μέμνονα για να τις περιλάβουμε στο βιβλίο που θα εκδώσει ο Σύλλογος.
Να γράψουμε ότι είχε ωραίες κοπέλες αλλά δεν παντρεύονταν κατοίκους από τον Άγιο Μέμνονα. Είχαν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους, ήθελαν άτομα υψηλότερης κοινωνικής στάθμης και πιο εύπορους.

Ποια ήταν η ηλικία που συνήθως παντρευόντουσαν όταν εσείς ήσασταν στο γυμνάσιο;
Δεν ήταν σταθερή αλλά ήταν πάνω από 20. Δεν παντρευόντουσαν πιο μικρές.

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ (τηλεφωνικά)
Εκεί στο καφενείο του Γιωρκή του Αρέστη, στο δρόμο που πήγαινε προς την εκκλησία του Αγίου Μέμνονα ήταν οι κατοικίες του Κυριάκου Κακούσιη, του Κουτσόγιωρκου, της Λοττούς της αδελφής του, μετά ήταν του Αντρέα Σουλουκίδη, του Παπαχριστόφορου Παπαχριστοδούλου, μετά ήταν της Ελένης του Κεβεκέ, η κατοικία του Κεβεκέ, η κατοικία της Παντελούς Λούκα, ύστερα ήταν το σπίτι του Κωνσταντή του Σκαρπάρη, μετά ήταν του Σταυρή Κασάπη, του Ηλία και της Πεζουνούς Κούσουλου, του Μιχάλη Ρούσκη, αριστερά ήταν η δημοτική αγορά του Αγίου Μέμνονα και τα σπίτια του Μιχαήλ Μισιαλή, της Ελεγκούς Μισιαλή, της Ιωάννας Μισιαλή και της Χρυστάλλας Πιερή του Σταυρή. Πιο πάνω ήταν του Χριστοφή του Ψαροπούλη, μετά ήταν του Αναστάση Παπαγιώργη, μετά ήταν του Κάϊλου, ύστερα προς τα αριστερά ήταν του Αντώνη του Έμπορα και του Νίκου Φιαλά δίπλα από το νηπιαγωγείο.

Μετά πάμε σε άλλο δρόμο που ήταν το σπίτι της Χαρικλούς και μετά ήταν τα σπίτια του Βαρνάβα Μοσχοβία, του Ηλιόδωρου Μιχαήλ, του Μωϋσή και του Παναγιώτη του Χατζηαναστάση, του Αδάμου της Μινέλας, του Γιώρκου Στερκώτη, του Λουκή Κράνου, μετά εκεί που είναι τα σχολεία, ήταν του Βραχίμη Μαναλή, ύστερα ήταν του Γιώρκου Πάντζιη και του Αντώνη Λίμπουρα. Πιο πάνω είχαμε παραλείψει τον Κωνσταντή τον Κρίκο και τον Λοϊζή το Βοσκό της Δεσποινούς, το Σωτήρη Χατζαναστάση, ο οποίος ήταν αδελφός του Παναγιώτη του Χατζαναστάση. Δίπλα στην εκκλησία ήταν το σπίτι της εκκλησίας που ζούσε ο ιερέας Παπα-Αναστάσιος Χαραλάμπους και δίπλα ήταν τα σπίτια του Λοΐζου Γεωργιάδη και Αντρέα Φάττα. Προς την τεχνική σχολή και κοντά στην εκκλησία υπήρχε χωματόδρομος και εκεί ήταν τα σπίτια του Γιωρκή του Κανελή και του Γιώργου Παπαγεωργίου-Τσικλή.

Στην αρχή είπα ότι ο Άγιος Μέμνονας ήταν ένα χωρίο, αλλά ύστερα ενώθηκε και έγινε ενορία των Βαρωσίων