Όπως μου είπε ο παππούς μου, την εκκλησία του Αγίου Μέμνονα την έκτισαν ξένοι που ήρθαν από το εξωτερικό. Ήρθαν με το καΐκι και ήταν μαύροι. Επήγαν εκεί, που ήταν οι βουνάρες και έκτισαν μια μικρή εκκλησούλα και εγκατασταθήκαν εκεί. Η εκκλησία ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Μέμνονα. Όταν μεγάλωσε η ενορία, ο Χατζηκουμής μαζί με άλλους συγχωριανούς έκτισαν πιο μεγάλη εκκλησία, όπως είναι σήμερα, επειδή δεν χωρούσε πλέον τον κόσμο η μικρή εκκλησία.
Όταν κτιζόταν η εκκλησία, ο Θεόδουλος ο Δημητρίου, που ήταν τότε 13-14 χρονών, ζύμωνε πυλό, όπως μου είπε ο παππούς μου. Ο Θεόδουλος ήταν ο πατέρας της Θεοδώρας. Έχω ακούσει ότι αρχιτέκτονας ήταν εκείνος που έκανε την εκκλησία του Χρυσοσώτηρου στην Ακανθού, αλλά το όνομα του δεν το ξέρω.
Σημείωση: Από το βιβλίο του Παντελή Παντελίδη, «Ακανθού: Εκεί που σμίγουν οι θρύλοι και ιστορία» που εκδόθηκε το 1984 γίνεται αναφορά ότι ο αρχιτέκτονας του Χρυσοσώτηρου της Ακανθούς ήταν ο Θεόδωρος Φωτιάδης από τον Άγιο Θεόδωρο Καρπασίας και ο πρωτομάστορας ήταν ο Γιακουμής Παύλου από την Κοντέα.
Άλλα πράγματα που θυμάμαι ήταν ότι ο Άγιος Μέμνονας ήταν γεωργική περιοχή. Οι κάτοικοι ασχολούνταν με την κηπουρική και τη γεωργία. Οι πλείστοι ήταν εγγράμματοι, ήταν προοδευτικοί. Γενικά τους άρεσε η πρόοδος.